Ξύπνησα το πρωί και τα πάντα γύρω μού φαίνονταν συνηθισμένα, στη θέση τους και σε πλήρη αταξία: όπως ακριβώς τα είχα αφήσει. Το μόνο που προέδιδε μια λεπτομέρεια για τη συνέχεια της ημέρας μου ήταν το μαγιώ στη γωνιά του γραφείου, πάνω από το mouse και ένα μέρος του keyboard. Τίποτε όμως δε μπορούσε να με προειδοποιήσει ότι λίγες ώρες αργότερα θα έσωζα μια ζωή. Θα έσωζα μια ζωή και μάλιστα στη θάλασσα!
Η σχέση μου με τη θάλασσα ήταν για πολλά χρόνια αρκετά περίεργη. Πάντα λάτρευα να περπατώ στην άμμο, καθώς το κύμα βρέχει τα πόδια μου, να χαζεύω το απέραντο της γαλάζιο και να θαυμάζω τον τρόπο που σμίγει με κείνο του ουρανού, να ακούω τον ήχο της, να ηρεμώ απλά και μόνο βλέποντας την, έστω και από μακριά. Και μέχρι εκεί προτιμούσα να φτάνει η σχέση μας. Να είναι πλατωνική. Απέφευγα όσο περισσότερο μπορούσα να πηγαίνω για μπάνιο, κυρίως επειδή θεωρούσα ότι ο κόσμος που θα με αντίκρυζε θα περνούσε τους επόμενους τρεις μήνες σε ψυχολόγους και εξορκιστές. Κολύμπι δεν έμαθα ποτέ και προσπαθούσα να καλύψω τη ντροπή μου γι' αυτό με αστεία και αλλαγές θεμάτων στις συζητήσεις. Όλα αυτά ίσχυαν μέχρι πρόσφατα. Κάποιοι καλοί φίλοι, ξέροντας το και μη, με βοήθησαν να νιώσω καλύτερα με τον εαυτό μου και να ενδώσω στην αγάπη μου για τη θάλασσα. Ξεκίνησα να πηγαίνω πιο συχνά και άρχισα να μαθαίνω να κολυμπώ σιγά σιγά. Το να γλιτώσω κάποιον από βέβαιο θάνατο στη θάλασσα, όμως, ήταν πολύ αργότερα στο πρόγραμμα επαναπροσέγγισης μου μαζί της.
Συναντηθήκαμε με το υπέροχο κοριτσάκι, που στο εξής θα αναφέρεται ως Έλι, και ξεκινήσαμε για την παραλία. Πλησιάζοντας στην περιοχή, ξεκίνησα να της περιγράφω το όνειρο που είχα την προηγούμενη νύχτα.
Είχα ξυπνήσει το πρωί και ήμουν στο δρόμο για να πάω να τη συναντήσω, για να πάμε στην παραλία. Ο καιρός ήταν ηλιόλουστος και εγώ ευδιάθετος, μέχρι τη στιγμή που ξεκίνησαν από το πουθενά να μαζεύονται πολλά γκρίζα σύννεφα στον ουρανό και σε δευτερόλεπτα ξέσπασε μια καταιγίδα από κείνες που ξεσπούν μόνο σε ταινίες. Συνέχισα να οδηγώ χωρίς να βλέπω καθαρά, τρομαγμένος και αγχωμένος που θα χαλούσε η βόλτα μας στην παραλία. Κι ενώ έβρεχε καταρρακτωδώς και έξω κυριαρχούσε βαθύτατο σκοτάδι και οι ήχοι των αστραπών και των αυτοκινήτων που περνούσαν από δίπλα μου με ανησυχούσαν όλο και περισσότερο, το νερό στον υαλοθώρακα μου στερεοποιήθηκε και απέκτησε ένα σκούρο γκρίζο χώμα. Έμοιαζε με άσφαλτο. Οι υαλοκαθαριστήρες δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα πάνω σε αυτό το μείγμα και πλέον οδηγούσα εντελώς στα τυφλά. Μέσα στην απόγνωση μου, έκανα γροθιά το καλό μου χέρι, το δεξί, και έσπασα τον υαλοθώρακα. Αυτός, αντί να θρυψαλλιστεί, άνοιξε απλά μια τρύπα ίση με τη γροθιά μου. Οι ήχοι δυνάμωσαν και συνειδητοποίησα ότι οδηγούσα αρκετή ώρα χωρίς να έχω έλεγχο του οχήματος και κατάλαβα ότι ήμουν χαμένος. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή αντιλήφθηκα ότι βρισκόμουν σε όνειρο, επειδή δεν υπήρχε περίπτωση στην Κύπρο ο καιρός να αλλάξει τόσο βίαια. Με κοφτές ανάσες και απότομες κινήσεις του κεφαλιού κατάφερα να ξυπνήσω.
Κι ενώ έφτανα στο τέλος της περιγραφής του ονείρου και η Έλι με κοίταζε βέβαιη ότι έχω εκείνο το πρόβλημα στον εγκέφαλο στο οποίο πάντα αναφέρεται αστειευόμενη και ο ήλιος έξω έκαιγε πέτρες και στον ουρανό δε φαινόταν το παραμικρό ίχνος συννέφου και είχαμε φτάσει σχεδόν στην παραλία, στην τελευταία στροφή του δρόμου, μετά την οποία πλέον βλέπαμε απέναντι μας το μικρό κολπάκι προς το οποίο κατευθυνόμασταν, είδαμε ομίχλη. Πυκνή, άσπρη ομίχλη. Σαν εκείνη που κάλυπτε το Bridgton στο "The Mist" του King. Και κάλυπτε απλά την περιοχή του μικρού κόλπου. Όλη η υπόλοιπη περίμετρος λιαζόταν κανονικά.
Η Έλι με κοίταξε σα να έβλεπε το παιδί του Hulk και της Μητέρας Τερέζας και γω έμεινα αποχαυνωμένος να προσπαθώ να καταλάβω αν είχα υπερφυσικές δυνάμεις στην πρόγνωση του καιρού ή αν το όνειρο μου δεν είχε καμιά σχέση με την πραγματικότητα.
Κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο και προχωρήσαμε προς την παραλία. Με μεγάλη προσπάθεια κατάφερα να υπερνικήσω την ανάγκη μου να ψάξω για κάτι που θα χρησίμευε ως όπλο ενάντια στα φοβερά φτερωτά και πλοκαμιοφόρα πλάσματα που έκρυβε η ομίχλη. Πεντέξι άνθρωποι είχαν αράξει στα κρεβατάκια τους και δύο κολυμπούσαν αμέριμνοι, σα να μη συνέβαινε τίποτε. Όλοι συμπεριφέρονταν φυσιολογικά, παρόλο που η ομίχλη επέτρεπε οπτικό πεδίο μέχρι το πολύ δέκα μέτρα. Ξαπλώσαμε κι εμείς για λίγη ώρα.
Η ομίχλη δε φαινόταν να είχε διάθεση να μετακινηθεί σύντομα κι εγώ άρχισα να βαριέμαι ξαπλωμένος στο κρεβατάκι. Αποφάσισα να μπω στο νερό. Το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί, σκέφτηκα, ήταν να γινόμουν το πρώτο θύμα των δαιμονικών πλασμάτων που κρύβονταν μέσα στην ομίχλη. Η Έλι, αφού δοκίμασε το νερό, αποφάσισε να περιμένει λίγο ακόμα μέχρι να ζεσταθεί κάπως.
Η ώρα πέρασε, κανένα μοχθηρό πλάσμα δεν έκανε την εμφάνιση του, εγώ παρέμεινα ζωντανός, η ομίχλη αποχώρησε σχεδόν ολοκληρωτικά, η παραλία απέκτησε αρκετούς νέους προσωρινούς κατοίκους, το νερό ζεστάθηκε αρκετά από τον ήλιο και η Έλι ήρθε κοντά μου για παρέα. Κι ενώ κολυμπούσαμε ανέμελα και λέγαμε αστεία και πετούσαμε νερό ο ένας στον άλλο, το είδα.
Ήταν εκεί, ούτε μισό μέτρο μακριά μας, πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας. Πώς μπόρεσα να μην το δω νωρίτερα; Το μικρό του μέγεθος και οι αντανακλάσεις του ήλιου, ίσως βοήθησαν το καμουφλάρισμα του. Τώρα όμως το είχα δει. Είχα προσέξει τις ρίγες στο σώμα του και ο εγκέφαλος μου επιβεβαίωσε με πολύπλοκες διαδικασίες το είδος του. Ήταν μια μέλισσα. Το αγαπημένο μου κορίτσι βρισκόταν μερικά εκατοστά μακριά της και φορούσε μόνο το μαγιώ της. Όπως κι εγώ. Αντιλήφθηκα την επικινδυνότητα της κατάστασης. Έπρεπε να αντιδράσω.
Και αντέδρασα. Με αστραπιαίες κινήσεις έκανα τα χέρια μου πάνω-κάτω, πετάγοντας νερά τριγύρω και φώναξα με τσιριχτή φωνή "Αααααα! Μέλισσα!!!!", ενώ προσπάθησα να κολυμπήσω μακριά της, πράγμα που είχε αποτέλεσμα να καταπιώ λίγο νερό. Η Έλι, αγνοώντας τον κίνδυνο και χωρίς να ακούσει τις προειδοποιητικές ιαχές μου, παρέμενε εκεί, δίπλα στη μέλισσα. Επανέλαβα τις σπασμωδικές μου κινήσεις και της φώναξα με φωνή που δεν ακούστηκε όσο αρρενωπή θα ήθελα "Μωρό μου!! Μέλισσα!!", ενώ εξακολουθούσα παράλληλα να προσπαθώ να απομακρυνθώ. Εκείνη πλησίασε το σημείο του κινδύνου και ξεκίνησα να σκέφτομαι ότι μετά που θα πεθάνει από τσίμπημα μέλισσας, δε θα μπορέσω να βρω κάποιαν άλλη να με ανέχεται όσο η ίδια. Έκανα μια τελευταία προσπάθεια να τη σώσω και παράλληλα να απαλλάξω τον εαυτό μου από πολλά χρόνια μοναξιάς. "Μωρό μου, μην πλησιάζεις! Είναι μέλισσα!!" της φώναξα, τινάζοντας έξαλλα τα χέρια μου μέσα κι έξω από το νερό.
-Το ξέρω, έλα δω, απάντησε.
-Τι εννοείς; της είπα, σκεπτόμενος ότι η μέλισσα ήδη την τσίμπησε και το δηλητήριο επηρέασε τη λογική της.
-Έλα κοντά, είναι εντελώς ακίνδυνη, πρέπει να τη βοηθήσουμε.
-Τι εννοείς; επανέλαβα καθόλου αμήχανα. Δεν πλησίαζα. Η μέλισσα όχι μόνο είχε δηλητηριάσει και καταστρέψει τη λογική της, αλλά έλεγχε και τον εγκέφαλο της, βάζοντας στο στόμα της λόγια με σκοπό να παρασύρει κι εμένα στην καταστροφή!
-Μωρό μου, είπε και γύρισε και με κοίταξε. Περιέργως, το βλέμμα της δεν ήταν εκείνο κάποιου παρανοϊκού μελισσάνθρωπου.
-Ναι; ρώτησα δειλά.
-Η μέλισσα έπεσε στο νερό και τώρα δε μπορεί να πετάξει, διότι τα φτερά της έχουν βραχεί και είναι πολύ βαριά για να σηκώσουν το βάρος της. Θα πεθάνει αν την αφήσουμε εδώ. Το είδα στο "Μάγια η μέλισσα". Πρέπει να τη μεταφέρουμε έξω από το νερό.
-Να τη μεταφέρουμε! είπα αποφασιστικά κι έκανα δύο βήματα πλησιάζοντας τες.
-Πώς όμως;
Ένωσα τις δύο μου παλάμες σαν κούπα και τις έφερα κάτω από το σημείο που κειτόταν η μέλισσα. Τις ανέβασα λίγο και το νερό άρχισε να μαζεύεται μέσα τους, περιέχοντας και το έντομο. Ένιωσα ότι έκανα την υπέρτατη πράξη ανδρισμού και είχα την εντύπωση ότι ολόκληρο το τρίχωμα μου άστραφτε από τεστοστερόνη.
-Έτσι; ρώτησα θριαμβευτικά.
-Όχι, είναι επικίνδυνο έτσι και μπορεί να μας ξαναπέσει στο νερό.
Τα επίπεδα τεστοστερόνης μου θα έπεσαν πιο κάτω κι από κείνα του Bieber.
-Ε, πώς;
-Έτσι! είπε κι έδειξε το δεξή μου καρπό.
Φορούσα το Βραχιόλι.
-Δηλαδή;
-Βγάλε το και βάλε το στα πόδια της μέλισσας για να αρπαχτεί από πάνω.
-Τι εννοείς;! τσίριξα σα γυναικούλα που της λένε πως η σπασμένη οθόνη του iPhone της δεν καλύπτεται από την εργοστασιακή εγγύηση και θα πρέπει να πληρώσει για την επιδιόρθωση. Το Βραχιόλι έχει διάμετρο γύρω στα οχτώ εκατοστά, καταλαβαίνεις πόσο κοντά μου θα είναι η μέλισσα;
-Δε θα πάθεις τίποτε, άντε.
Έβγαλα το Βραχιόλι. Κοίταξα την Έλι. Μπορεί να ήταν η τελευταία φορά που την έβλεπα, αν η μέλισσα αποφάσιζε να έρθει στα σύγκαλα της, ποιός ξέρει; Εκείνη δεν έδειξε να αντιμετωπίζει την κατάσταση ως θέμα ζωής και θανάτου για μένα. Πλησίασα την άκρη του Βραχιολιού στη μέλισσα. Με τη δεύτερη προσπάθεια κατάφερε να γραπώσει τα πόδια της πάνω στο σχοινένιο δημιούργημα και απαλλάχτηκε από τον υδάτινο soon-to-be τάφο της. Χάρηκα. Η χαρά, όμως, δεν ήρθε μόνη της.
-Αααααα! Βγήκε πάνω!!!! Ααααααα! φώναξα, απομακρύνοντας το χέρι μου από το σώμα μου και τινάζοντας το προς την Έλι.
-Φέρ' το δω, είπε με ένα ανεξήγητα απογοητευμένο ύφος.
Της έδωσα το μελισσοφόρο Βραχιόλι. Ξεκινήσαμε να περπατούμε προς την παραλία. Κρατούσε το Βραχιόλι και η μέλισσα έκανε μικρές κινήσεις πάνω του. Δεν ξέρω αν φοβήθηκα για την ασφάλεια της αγαπημένης μου και προθυμοποιήθηκα να θυσιαστώ στη θέση της ή αν επέστρεψε κάποιο μέρος της τεστοστερόνης μου, επιτρέποντας μου να συμπεριφερθώ ως αρσενικό που είμαι.
-Έλα, δώσε μου το.
Κουβάλησα με κίνδυνο της ζωής μου τη μέλισσα μακριά από το νερό. Βρήκαμε μερικά ξύλα πάνω σε λίγα χόρτα και αποφασίσαμε να την αφήσουμε εκεί. Κατέβασα το Βραχιόλι και το ακούμπησα πάνω στο ξύλο. Η μέλισσα ξεκίνησε να κινείται, αλλά απλά μετακινείτο πάνω του, κανένα ενδιαφέρον για το ξύλο. Η Έλι με είδε που είχα αρχίσει να απελπίζομαι και να φοβάμαι για το μέλλον της ανθρωπότητας αν η μέλισσα δεν ήθελε να αποχωριστεί το Βραχιόλι. Μου χαμογέλασε. Περίμενα λίγο ακόμα και μετά το στριφογύρισα, ώστε το ξύλο να βρεθεί ακριβώς μπροστά στη μέλισσα. Εκείνη προχώρησε ευθεία και περπατούσε πλέον, μακριά από το Βραχιόλι, πάνω στο ξύλο.
Την αποχαιρετήσαμε με αίσθημα ευθύνης και ήσυχη συνείδηση. Είχαμε σώσει μια ζωή. Αν δεν ήμασταν εμείς εκεί, στο συγκεκριμένο σημείο της θάλασσας τη συγκεκριμένη στιγμή με τη συγκεκριμένη αποφασιστικότητα, να δείξουμε το κατάλληλο ενδιαφέρον και θάρρος, ποιός ξέρει πόσο θα άντεχε η καημένη η μελισσούλα, πόσα λεπτά ή δευτερόλεπτα της είχαν απομείνει; Είχαμε γίνει μικροί ήρωες.
Ελπίζω μόνο να φάνηκε τυχερή και απέναντι στη μικρή σαύρα που είδα να περιπλανιέται κοντά στα ξύλα που την αφήσαμε..